Ο αυτισμός είναι ένα φάσμα διαταραχών που επηρεάζει την ανθρώπινη αλληλεπίδραση, τις δεξιότητες επικοινωνίας και τη συμπεριφορά. Παρότι δεν υπάρχει θεραπεία για τον αυτισμό μιας που δεν θεωρείται ασθένεια, υπάρχουν διάφορες πρακτικές που μπορούν να επιδράσουν θετικά στη διαχείριση των συμπτωμάτων και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ατόμων με αυτισμό.
Η διατροφή είναι ένας τομέας που μπορεί να έχει επίδραση στην υγεία και την ευεξία των ατόμων με αυτισμό, αν και οι επιδράσεις μπορεί να διαφέρουν από οργανισμό σε οργανισμό. Αν και δεν υπάρχει μια συγκεκριμένη “δίαιτα για τον αυτισμό”, έρευνες έχουν δείξει ότι ορισμένες τροφές και συστατικά μπορεί να επηρεάσουν την ψυχολογική και σωματική υγεία.
Μέσω ερευνών φάνηκε πως κάποια πλάνα διατροφής αποβαίνουν ευεργετικά για τα άτομα με αυτισμό. Αρχικά, προτείνεται μείωση της κατανάλωσης γλουτένης (σιτηρά) καθώς και καζεΐνης (γαλακτοκομικά προϊόντα) καθώς έχουν παραχθεί δεδομένα πως η μείωση αυτών βελτιώνει τα συμπτώματα. Ωστόσο κρίνεται απαραίτητο να παρακολουθείται η επάρκεια της βιταμίνης Β καθώς την λαμβάνουμε μέσω των σιτηρών και θα πρέπει να είναι σε φυσιολογικά επίπεδα για να υπάρχει ένα υγιές νευρικό σύστημα.
Ακόμη, τα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα που βρίσκονται σε τρόφιμα όπως τα λιπαρά ψάρια, ο λιναρόσπορος, τα αυγά και οι ξηροί καρποί μπορεί να έχουν ορισμένα οφέλη για την ψυχική υγεία του ατόμου με αυτισμό. Τα ω3 λιπαρά οξέα είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη του εγκεφάλου αλλά και για την καταπολέμηση της φλεγμονής στον οργανισμό. Σε μελέτες που δόθηκαν συμπληρωματικά ω3 λιπαρά οξέα παρατηρήθηκε βελτίωση της υπερκινητικότητας αλλά και κάποιων επαναλαμβανόμενων συνηθειών.
Η διατροφή μεσογειακού τύπου με απουσία επεξεργασμένων τροφίμων και η εισαγωγή τροφίμων που έχουν υποστεί ζύμωση -επειδή βοηθάει στην διατήρηση ενός υγιούς μικροβιώματος -φαίνεται να έχει θεραπευτικές προεκτάσεις στον αυτισμό.
Τέλος, μία ελπιδοφόρα εναλλακτική λύση είναι η διατροφική συμπλήρωση με προβιοτικά και πρεβιοτικά, λόγω της συνολικής ισορροπίας των διαφόρων μικροοργανισμών του εντέρου, της παραγωγής βιταμινών και της συνολικής ενίσχυσης του ανοσοποιητικού.Η λήψη προβιοτικών μπορεί να βοηθήσει στη βελτίωση των προβλημάτων του γαστρεντερικού συστήματος, αλλά δεν υπάρχουν ακόμα σαφή ερευνητικά δεδομένα για το ποιό στέλεχος προβιοτικού είναι πιο ωφέλιμο και βοηθητικό σε αυτήν την περίπτωση.
Η διατροφή μπορεί να λειτουργήσει ως θεραπευτικό εργαλείο μέσω της ανάπτυξης και βελτίωσης της γαστρεντερικής λειτουργίας και του ανοσοποιητικού συστήματος του παιδιού/εφήβου. Ένας διαιτολόγος, αξιολογώντας την έλλειψη θρεπτικών συστατικών που μπορεί να προκύψει από την ελλιπή διατροφή ατόμων με αυτισμό, θα καθορίσει ένα προσαρμοσμένο διατροφικό πλάνο ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε περιστατικού. Η διατήρηση του φυσιολογικού βάρους και η εξασφάλιση όλων των απαραίτητων θρεπτικών συστατικών λόγω της αναπτυξιακής φάσης του παιδιού είναι οι βασικοί στόχοι της διατροφικής παρέμβασης.
Πρέπει να επισημάνουμε ότι τα γαστρεντερικά παράπονα των παιδιών πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη και η επικοινωνία μεταξύ γιατρών και γονέων είναι το κλειδί, ειδικά για τα παιδιά που δυσκολεύονται να μιλήσουν μόνα τους.Συνιστάται στους γιατρούς να ρωτούν τους γονείς των παιδιών με ΔΑΦ συγκεκριμένα για τις λειτουργίες και τα συμπτώματα του γαστρεντερικού τους συστήματος.
Θα πρέπει να ζητούν από τις οικογένειες πληροφορίες σχετικά με τα χαρακτηριστικά των κοπράνων του παιδιού καθώς και για συμπεριφορές, όπως η αυξημένη ευερεθιστότητα, πριν από τη χρήση της τουαλέτας. Ομοίως, οι ερωτήσεις σχετικά με τις συμπεριφορές κατά τη διάρκεια του φαγητού και με συγκεκριμένες τροφές μπορεί να αποκαλύψουν ανησυχίες για τους γιατρούς. Ανοιχτές ερωτήσεις όπως: -Έχετε ανησυχίες ότι το στομάχι του παιδιού σας πονάει;- είναι επίσης χρήσιμες.
Οι γονείς θα πρέπει να καταγράφουν τις συνήθειες του παιδιού τους και να αναφέρουν τυχόν προβλήματα στον παιδίατρό τους.Θα πρέπει οι γονείς να καταγράφουν τα παράπονα των παιδιών τους, φροντίζοντας να συμπεριλάβουν τη διατροφή του παιδιού, τις κινήσεις του εντέρου και τις συμπεριφορές. Μπορεί να βρεθεί ένα μοτίβο που μπορεί να βοηθήσει τον παιδίατρο, τον γαστρεντερολόγο ή τον διατροφολόγο να εντοπίσει ένα πιθανό πρόβλημα.